Τα κόστη και οι επιβαρύνσεις που προκύπτουν από τους μη χρηματοοικονομικούς κινδύνους των τραπεζών έχουν αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Εν μέρει, αυτό αντανακλά τις δαπάνες αποζημίωσης και επίλυσης διαφορών που σχετίζονται με παραβάσεις, αλλά η τάση έχει επίσης τροφοδοτηθεί από τα κόστη των κυβερνο-επιθέσεων και των περιπτώσεων αστοχίας-αποτυχίας των πληροφοριακών συστημάτων. Οι πρόσφατες και μελλοντικές ρυθμιστικές απαιτήσεις και εποπτικές ενέργειες, όχι μόνο προσθέτουν επιπλέον κόστη συμμόρφωσης, αλλά και επιβάλλουν στις τράπεζες να υιοθετήσουν μια πιο στρατηγική άποψη ως προς τον εντοπισμό, τη μέτρηση και τον έλεγχο των μη χρηματοοικονομικών κινδύνων που διατρέχουν.
Για την καλύτερη κατανόηση του τρόπου ανταπόκρισης των τραπεζών σε αυτές τις εξελίξεις αλλά και για να δοθεί στις τράπεζες η δυνατότητα να μοιραστούν και να συγκρίνουν τις απόψεις τους με τα υπόλοιπα τραπεζικά ιδρύματα σε όλη την αγορά, η KPMG πραγματοποίησε μια έρευνα γνώμης με τη συμμετοχή 36 τραπεζών απ’ όλη την Ευρώπη. Τα αποτελέσματα της έρευνας καταδεικνύουν τη μεγάλη σημασία των μη χρηματοοικονομικών κινδύνων για τις τράπεζες. Σχεδόν οι μισοί από τους ερωτηθέντες ανέφεραν ότι οι κίνδυνοι αυτοί ευθύνονται για πάνω από το 10% των συνολικών απωλειών των τραπεζών τους, και ότι ο λειτουργικός κίνδυνος αντιπροσωπεύει πάνω από το 10% των σταθμισμένων ανοιγμάτων των τραπεζών.
Τα αποτελέσματα της έρευνάς μας καθιστούν σαφή τη σημαντικότητα των μη χρηματοοικονομικών κινδύνων και αναδεικνύουν τα προβλήματα στους τρόπους με τους οποίους οι τράπεζες εντοπίζουν, μετρούν και ελέγχουν αυτούς τους κινδύνους. Τρία ζητήματα ξεχωρίζουν:
© 2021 KPMG, an Irish partnership and a member firm of the KPMG global organisation of independent member firms affiliated with KPMG International Limited, a private English company limited by guarantee. All rights reserved.
For more detail about the structure of the KPMG global organisation please visit https://home.kpmg/governance.